23/1/08

Με αφορμή το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ

I.- Από πού θα ‘πρεπε ν’ αρχίσουμε
Αν υπάρχει κάτι που χαρακτηρίζει την πολιτική περίοδο που διανύουμε, είναι η απαξίωση όλου ή σχεδόν όλου του συστήματος εξουσίας (και ως προς τις τέσσερις εξουσίες) αν και δεν κατανέμεται σύμμετρα αυτή η απαξίωση. Αυτό που καταγράφουν και τα γκάλοπ είναι πως τη μερίδα του λέοντος σε ότι αφορά την απαξίωση την εισπράττουν τα κόμματα εξουσίας.
Πιστεύει το εκλογικό σώμα πως έτσι «τιμωρεί» τα κόμματα εξουσίας για τη διάψευση των ελπίδων που καλλιεργούν προεκλογικά;
Προσωπικά το θεωρώ πάρα πολύ πιθανό, αφού ένας κύκλος εναλλάξ πολυετούς διακυβέρνησης από τα δύο μεγάλα κόμματα, κατέληξε σε απογοήτευση, μεγάλου μέρους των οπαδών τους, τουλάχιστον αυτών που δεν ανήκουν στον πολύ σκληρό τους πυρήνα και δεν ευνοήθηκαν από τη νομή της εξουσίας.
Να μην ξεχνάμε ότι ο κύκλος της μεταπολίτευσης άνοιξε με θριαμβευτική επανεμφάνιση Καραμανλή, σαν σωτήρα από τα τάνκς, συνέχισε με ταχύτατη άνοδο του ΠΑΣΟΚ κι εξαφάνιση του κέντρου, πέρασε στην ανατροπή της πολύχρονης διακυβέρνησης της δεξιάς και την θριαμβευτική άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Το ΠΑΣΟΚ ευαγγελιζόταν τον τρίτο δρόμο στο σοσιαλισμό και διακρινόταν διεθνώς για την αριστερή κριτική στη δυτικοευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Να μην ξεχνάμε ότι την περίοδο εκείνη η σοσιαλδημοκρατία μετρούσε πολύχρονες διακυβερνήσεις στη Δ. Γερμανία, Σουηδία κλπ. Υπήρχε δηλαδή ένα εφαρμοσμένο μοντέλο, που παρήγε ευημερία και το ζήτημα ήταν αν αυτή κατανεμόταν με τον κοινωνικά δικαιότερο τρόπο. Επακολούθησε η κατάρρευση των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού και η «μετανάστευση θέσεων εργασίας» (Outsourcing) και ανέκυψε πλέον το πρόβλημα αντιμετώπισης υψηλών ποσοστών ανεργίας και απειλής κατάρρευσης του συστήματος επιδότησης ανέργων. Την ίδια περίοδο μεσουρανεί στο χώρο της κοινωνικής συντήρησης ο (νέο)φιλελευθερισμός, είτε με το σκληρό αντικοινωνικό πρόσωπο του «θατσερισμού» ή με μετριοπαθέστερα υβριδικά μοντέλα. Στην ουσία η κοινωνική συντήρηση «έκανε ταμείο» από την κατάρρευση του κρατισμού στην ανατολή, που επεκτεινόταν ραγδαία και στη δύση. Η αδυναμία δηλαδή ενός κρατικο-καπιταλιστικού μοντέλου είτε αυταρχικού, «ανατολικού τύπου» ή ενός δημοκρατικού «δυτικοευρωπαϊκού τύπου», όχι να επιμερίσει αλλά να παράγει ευημερία, οδήγησε στην ιδεολογική κυριαρχία του (νέο)φιλελευθερισμού, ο οποίος στην ακραία, την καθαρή, την «πούρα» μορφή του, εξοβελίζει το κράτος –και άρα την πολιτική- από την παραγωγή και την εναποθέτει στις δυνάμεις της αγοράς σε μια νέα εκδοχή της «αόρατης χείρας» του Adam Smith, που παλινορθώνεται επενδεδυμένη με νέο μανδύα.
Φυσικά το αντίβαρο δεν είναι η εμμονή στο κρατικό-καπιταλιστικό μοντέλο. Οι νοσταλγοί ενός μοντέλου που κατέρρευσε, όσο και αν πιστεύουν πως «διαφυλάσσουν Θερμοπύλες» στην ουσία εμποδίζουν το καινούριο να προκύψει.
II.- Ένα νέος ρόλος για το κράτος
Αν θέλουμε λοιπόν να προχωρήσουμε μπροστά, θα πρέπει να δούμε τι απέτυχε, για να μην «πετάξουμε το παιδί μαζί με τα βρωμόνερα».
Το κράτος σαν παραγωγός, παρήγε νομενκλατούρα και διαφθορά, απέτυχε να παράγει ανταγωνιστικά, χωρίς να προασπίσει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τους συντελεστές της παραγωγής, τους οποίους κατά βάση καταλήστευσε για να αντισταθμίσει τη μη ανταγωνιστικότητά του. Από την άλλη πλευρά το κράτος –πάντα σαν παραγωγός- αποτέλεσε μηχανισμό σταθερότητας της παραγωγής και εξασφάλισης των εργαζομένων, ένα αμορτισέρ κοινωνικής ειρήνης δηλαδή, που επέτρεψε στη δυτική Ευρώπη να ξεπερνάει ανώδυνα 10ετείς κύκλους, «πετρελαϊκά σοκ» κλπ.
Το κράτος λοιπόν σαν παραγωγός μπορεί και πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα είναι ανταγωνιστικό με όρους αγοράς.
Είναι ένα στοίχημα αυτό, αν δηλαδή μπορεί το κράτος να απεμπολήσει τις ρουσφετολογικές προσλήψεις, τις ευνοιοκρατικές αναρριχήσεις, τις αδιαφανείς σχέσεις με τους προμηθευτές, τότε ναι αυτό το μοντέλο μπορεί να ανταγωνιστεί τους νεόκοπους γιάπηδες. Ότι χάνει σε ευελιξία, μπορεί να το αντισταθμίζει με την εμπιστοσύνη των καταναλωτών ότι το προϊόν δεν είναι επιβλαβές, ανθυγιεινό και ότι κατά την παραγωγή του γίνεται η μικρότερη δυνατή επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Μια τέτοια μονάδα απαιτεί
(α) μάνατζερ και όχι κομματάρχη για να τη διευθύνει,
(β) συνδικαλιστές που θα προασπίζουν τα δικαιώματα των εργαζόμενων και όχι να τα φαλκιδεύουν με αντάλλαγμα τη συν-διοίκηση (κατά βάση κακο-διοίκηση) της παραγωγικής μονάδας,
(γ) μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου που να υποκαθιστούν την εταιρική διακυβέρνηση, εκεί όπου αυτή δεν θα μπορεί να λειτουργήσει εκ των πραγμάτων.
III.- Να μην ξεχνάμε και τον ιδιωτικό τομέα
Ανάλογοι μηχανισμοί κοινωνικού ελέγχου πρέπει να λειτουργήσουν και στον ιδιωτικό επιχειρηματικό χώρο. Ο κρατικός τομέας έχει ένα μεγάλο μερίδιο διαφθοράς, αλλά δεν έχει το μονοπώλιο! Τα όσα έγιναν στο χρηματιστήριό μας το 1998-99, περιείχαν στη βάση τους ασύδοτους ιδιώτες επιχειρηματίες, που με ληστρικές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, ενθυλάκωσαν τις λαϊκές αποταμιεύσεις, χωρίς παραγωγικό στόχο και σχέδιο, εμφορούμενοι από τη «φιλοσοφία της αρπαχτής» με το κράτος να κάνει απλά τα «στραβά μάτια»
Η απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων της εταιρικής διακυβέρνησης και η προώθηση της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης σε συνδυασμό με την δημιουργία νέων μηχανισμών κοινωνικού ελέγχου, περιβαλλοντικού κύρια, μπορεί να επαναπροσανατολίσουν τον ιδιωτικό τομέα σε μια κοινωνικά αποδεκτή κατεύθυνση, χωρίς γραφειοκρατική περίσφιξη ή κρατική καχυποψία.
Φυσικά όλα αυτά απαιτούν τη δημιουργία κινήματος, που να ανοίγει δρόμους σαυτή την κατεύθυνση. Δεν πιστεύω στην παρθενογένεση σε οποιαδήποτε εκδοχή της και με όσο καλές προθέσεις κι αν συνοδεύεται. Θυμηθείτε απλά τι (δεν) έγινε με τη «συμμετοχή των εργαζομένων στη διοίκηση των επιχειρήσεων» που απλά εξαγγέλθηκε, αλλά πουθενά δεν έγινε σοβαρή έστω απόπειρα να εφαρμοστεί.
IV.- Ποιο είναι το στίγμα μας
Αν επιμένει να οριοθετήσει κανείς την πρόταση αυτή με τους κλασικούς πολιτικούς όρους, θα την θεωρούσα σαν μια αριστερή πρόταση εξουσίας, την οποία θεωρώ αξιόπιστη, γιατί δίνει λύσεις και απαντήσεις με κοινό παρανομαστή το κοινωνικό όφελος, προασπίζοντας τον ενεργό ρόλο και τα συμφέροντα των πολλών (άμεσα κι έμμεσα) στην παραγωγική διαδικασία.
Δεν έχει καμία σχέση με την παραδοσιακή αιτηματολογία της αριστεράς, που στην καλύτερή της εκδοχή, ευαγγελίζεται –έξω από το χορό-έναν κόσμο που απλά δεν υπάρχει, ενώ στη χειρότερη αποτελεί απολογητή ενός μοντέλου που στην εφαρμογή του κατέληξε σε αληθή κόλαση για τους εργαζόμενους και τα δικαιώματά τους.
Είναι σύγχρονη, αφού απαντάει στα σημερινά προβλήματα με λύσεις για το αύριο, που δεν αναπαράγουν το χθες.
Δεν αναθέτει στο κράτος ρόλους που αποδείχθηκε ότι δε μπορεί να διεκπεραιώσει και δεν καταφεύγει σε ευχολόγια, καταπολεμήσεων κάθε είδους, που ως αποδείχθηκε δεν αρκεί η ύπαρξη πολιτικής βούλησης για να τις ενεργοποιήσει.
Δυστυχώς όμως δεν έχει και κάποιο μαγικό ραβδάκι που να λύνει όλα τα προβλήματα, είναι κατεύθυνση και απαιτεί όλα τα άλλα κομμάτια ενός παζλ-κυβερνητικού προγράμματος (σε επόμενα σημειώματα σχεδιάζω να πω κάτι περισσότερο σαυτά στο μέτρο των μικρών μου δυνατοτήτων σε ατομικό επίπεδο), που θα επιτρέψει στο ΠΑΣΟΚ να αναθερμάνει τις πολιτικές του σχέσεις με τα χειμαζόμενα κοινωνικά στρώματα, ανασυνθέτοντας το κοινωνικό του πρόσωπο όχι με λίφτινγκ, αλλά σε μια ειλικρινή και μόνιμη βάση, απαλλαγμένη από λαϊκισμούς και στείρο αντικυβερνητισμό. Πέρασε επιτυχώς το ΠΑΣΟΚ σαν κυβέρνηση τις συμπληγάδες της ΟΝΕ και της διοργάνωσης των ολυμπιακών αγώνων, τσακίζοντας όμως το κοινωνικό του πρόσωπο. Δεν του έλειψε η «αριστερή ρητορεία», ούτε η φιλεργατική πλειοδοσία. Δεν κατάφερε όμως να πείσει ότι και το ίδιο σαν κυβέρνηση θα άλλαζε ριζικά τη ζωή των ανθρώπων του μόχθου, των πραγματικών παραγωγών.-

9/1/08

Μοντέρνοι –δύσκολοι- καιροί

Αν περπατήσει κανείς χώρους αναψυχής που διαμορφώθηκαν σχετικά πρόσφατα δύσκολα θα βρει κατασκευές ή υπηρεσίες που να προσφέρονται δωρεάν. Στις πλατείες και τα αλσύλλια θα βρει μόνο παλιά ξεχαρβαλωμένα παγκάκια. Αν βρει πλακοστρωμένα πεζοδρόμια ή μονοπάτια για περίπατο θα λείπουν πλάκες ή θάχουν μείνει μπάζα από κάποιο έργο, ή θα είναι λερωμένα με ακαθαρσίες -δεσποζόμενων συνήθως- σκύλων. Στις παιδικές χαρές η εικόνα συνήθως δείχνει εγκατάλειψη. Στις ακτές δεν υπάρχουν εξυπηρετήσεις για τους λουόμενους κλπ κλπ.

Όταν ιδιωτικοποιείται το κοινωνικό αγαθό…

Από την άλλη πλευρά στις περισσότερες πλατείες, καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος τους πάρα πολλά καθίσματα, αποτελόντας μάλιστα το κυρίαρχο αισθητικό τους χαρακτηριστικό! Αρκετά μαγαζιά προσφέρουν παιχνιδότοπους συνδυασμένους με καφετέριες και καλύπτουν με το αζημίωτο το κενό από τις εγκατειλημένες παιδικές χαρές. Η άσφαλτος εξάλλου καταλαμβάνει τα πάντα, μπορεί κανείς να πάει παντού με το αυτοκίνητο, αλλά δεν ισχύει καθόλου το ίδιο για τα πεζοδρόμια, που είναι ως επί το πλείστον απροσπέλαστα. Οι οργανωμένες πλαζ κυριαρχούν όλο και περισσότερο. Κάθε αμμουδιά στρώνεται με ξαπλώστρες και ομπρέλες, ενώ οι πιο αξιόλογες παραλίες δεν είναι διαθέσιμες παρά μόνο με εισιτήριο. Φτάσαμε σε σημείο ώστε εκτάσεις που απαλλοτριώθηκαν για δημόσια ωφέλεια να δίνονται σε ιδιώτες με προνομιακούς-μονοπωλιακούς όρους να τους διαμορφώσουν ή να τους μετατρέπουν οι ΟΤΑ σε εμπορικές επιχειρήσεις και είτε να τις εκμεταλλεύονται οι ίδιοι ή να τις μισθώνουν σαν τέτοιες.
Δεν υπάρχει αντίρρηση να αποκτούν οι ΟΤΑ κάποια έσοδα από την εκμετάλλευση μερικών μόνο εκτάσεων και είναι μάλλον απίθανο να έχουν έσοδα οι δήμοι αν μετατραπούν σε επιχειρηματίες και εκμεταλλεύονται οι ίδιοι αυτούς τους χώρους. Αυτό που είναι ανησυχητικό είναι η τάση, αφού στη συντριπτική πλειοψηφία των νέων έργων αυτά ανατίθενται με δικαίωμα εκμετάλλευσης από τον εργολήπτη. Ακόμη και τα έργα υποδομής προσφέρονται στο κοινό με αντίτιμο. Το κράτος στο σύνολό του διαθέτει πόρους για όλο και πιο ιδιαίτερες κατηγορίες έργων, ενώ έργα που έκανε χθες και τα απέδιδε ελεύθερα στο κοινό, τώρα τα δίνει σε ιδιώτες που ζητούν αντάλλαγμα. Ίσως αύριο και η καθαριότητα να δοθεί σε ιδιώτες ή η συντήρηση των σχολείων, μεθαύριο οι συγκοινωνίες κλπ. Επιβάλλεται να ανακοπεί αυτή η τάση, ώστε μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις να συνεχιστεί αυτό το φαινόμενο, της ιδιωτικοποίησης και κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης του δημόσιου χώρου και γενικά των κοινωνικών αγαθών. Ένα σημαντικό κομμάτι των φυσικών πόρων πρέπει να είναι διαθέσιμο και στους φτωχότερους πολίτες.

…Η τέχνη γίνεται δημόσιο «εμπόρευμα».

Οι ΟΤΑ έτσι απέκτησαν διάφορα αναψυκτήρια, θέατρα και αμφιθέατρα και τα καλοκαίρια γεμίζουν διάφορα σχήματα (μουσικά, θεατρικά κλπ.) από επαγγελματίες καλλιτέχνες, οι οποίοι ακόμη και όταν δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό η ποιότητα είναι πάρα πολύ μέτρια, χώρια που οι «γαλάζιοι» δήμαρχοι έχουν περίπου τις ίδιες προτιμήσεις σε καλλιτέχνες, και οι «πράσινοι», οι «ροζ» και οι «κόκκινοι» αντίστοιχους. Η υπόθεση αν το πολυψάξει κανείς μπορεί να προχωρήσει και σε σκανδαλώδες βάθος, αφού οι καλλιτεχνικές προτιμήσεις των ΟΤΑ μάλλον παραπέμπουν σε κομματικές λίστες αρεστών [σε κομματικά κέντρα] καλλιτεχνών κάτι αρκετά μεσαιωνικό σαν το “index librorum prohibitorum” τον κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων από την ιερά εξέταση, από την άλλη όψη. Οι καλλιτέχνες αυτοί ζουν από αυτή την καλοκαιρινή δραστηριότητα (αυτό δεν είναι κακό) και δεν ψάχνουν κάτι καλύτερο (αυτό είναι κακό) και βολεύονται όπως – όπως υποκουλτουριάρικα με μεγάλο κόστος των ΟΤΑ (αυτό είναι ακόμη χειρότερο).

Το πρόβλημα στο βάθος του εντοπίζεται στην ποιότητα. Δεν αρκεί να είναι «δικός μας» ο κρατικοδίαιτος καλλιτέχνης ή ο ατζέντης του. Αν δεν κάνει καλή δουλειά, αν κάνει απλά την αρπαχτή του και εξαργυρώνει κομματικά γραμμάτια, απλά δεν μας κάνει, μας «χαλάει».

Σύμφωνοι: Να δει ο κόσμος 1-2 καλές παραστάσεις ή συναυλίες στην πόλη του, αλλά αν οι υπόλοιπες δεν βλέπονται (ή δεν ακούγονται) ας ανοίξει επιτέλους ο δρόμος για νέους καλλιτέχνες, ερασιτέχνες, ν’ ανοίξουν τα δικά τους φτερά στην πόλη τους και τις γειτονικές πόλεις, να παρουσιάσουν τη δουλειά τους σε φίλους τους και γνωστούς και όσους θέλουν να τους χαρούν, στο κάτω – κάτω θα στοιχίσουν και φτηνότερα…

8/1/08

Προς Ανδρέα Βγενόπουλο <ανοικτή> επιστολή

Προς κ. Α. Βγενόπουλο
Επιχειρηματία
Ενταύθα (?)
Αθήνα 10-12-2007
Ανοικτή επιστολή

κ. Α. Βγενόπουλε,

Παρά το ότι συστηθήκαμε κάποτε δεν έχω την απαίτηση να με θυμάστε, δεν έχει και τόση σημασία άλλωστε.Σας θεωρούσα και -παρά τις πρόσφατες αμφιβολίες μου- εξακολουθώ να σας θεωρώ ικανότατο επιχειρηματία ή αν θέλετε καλύτερα, μάνατζερ, αυτός ήταν ο λόγος που έχω κάτι λίγες μετοχές της πάλαι ποτέ ΜΑΡΦ, που μου ξέμειναν από ενάσκηση παραγώγων, όπου στο παρελθόν σας προτιμούσα ιδιαίτερα. Παρακολουθούσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις κινήσεις σας και αποκόμιζα –«γιατί να το κρύψομεν άλλωστε»- και κάποιο μικρό κέρδος.
Το τελευταίο διάστημα σας βλέπουμε να ολοκληρώνετε με επιτυχία μια κολοσσιαία ΑΜΚ, να προσπαθείτε να μπείτε με φιλική εξαγορά –όπως δηλώνατε- στην δυναμικά αναπτυσσόμενη Τράπεζα Κύπρου, αφού προηγούμενα κάνατε μια πολύ επιτυχημένη συγχώνευση τριών μικρών τραπεζών με πράγματι φιλική προσέγγιση. Δυστυχώς όπως αποδείχθηκε δεν εκτίμησαν ως φιλικές τις προθέσεις σας εκεί στη Μεγαλόνησο και [με άκομψο είν’ αλήθεια τρόπο] σας απέτρεψαν, αφού ξεσηκώθηκαν από Αρχιεπίσκοπο μέχρι Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εναντίον σας. Όλα αυτά σας έφεραν σε οξύτατη αντιπαράθεση με μια άλλη μεγάλη και δυναμική τράπεζα (την «Πειραιώς») με την οποία κονταροχτυπηθήκατε πάνω στο νήμα, αλλά δυστυχώς χάσατε αμφότεροι, όχι επειδή … «σας έφαγε η ευγένεια», κάθε άλλο θα έλεγα. Ήθελα να πιστεύω ότι από όλη αυτή την ιστορία αποκομίσατε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς να προσεγγίζετε στόχους επιχειρηματικής επέκτασης που είναι εθνικά κλπ. ευαίσθητοι και να σας δούμε και πάλι να μας εκπλήττετε ευχάριστα.Παράλληλα βέβαια κάνατε κάποιες πάρα πολύ επιτυχημένες κινήσεις στον υγειονομικό χώρο, κινούμενος με διακριτικότητα και ευελιξία, που ποτέ δεν αμφέβαλα ότι διαθέτετε σε αφθονία.Λίγο αργότερα επεκταθήκατε και στα γαλακτοκομικά, αποκτήσατε, με ψηλό τίμημα για τα δεδομένα της αγοράς, την κορυφαία επιχείρηση του κλάδου και μάλιστα σε πολύ ευαίσθητη γι’ αυτήν περίοδο. Ξεφορτωθήκατε τον ιδρυτή της, που είναι άριστος γνώστης της αγοράς. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστείτε στο μέλλον τις υπηρεσίες του, αφού ο τρόπος που χειριστήκατε το όλο θέμα ήταν –θα έλεγα-κάπως άγαρμπος και μάλλον προσθέσατε άλλον έναν δυσαρεστημένο από τη δράση σας, πλάι στον κ. Σάλλα και τους κυπρίους. Όχι ότι θάπρεπε να τον καταστήσετε ευτυχή πριν τον εκπαραθυρώσετε, αλλά πάτε να σπάσετε κάθε ρεκόρ στην δημιουργία εχθρών.Η τελευταία πράξη σας, που ας μου επιτρέψετε να την χαρακτηρίσω «επιχείρηση άλωσης του ΟΤΕ» φαίνεται ότι ήταν η πλέον επιθετική, αφού σας έφερε αντιμέτωπο με το σύνολο του πολιτικού κόσμου στην Ελλάδα και με έκανε να πιστεύω ότι –τελικά- δεν διδαχθήκατε και πολλά από την αποτυχημένη απόβασή σας στην Τράπεζα Κύπρου. Ειλικρινά πιστεύω ότι το χειρότερο για σας θα ήταν να πετυχαίνατε το στόχο σας και να πατούσατε γερά στον ΟΤΕ, να παίρνατε την τύχη του στα χέρια σας. Μου φαίνεται ότι –άθελά σας- μάλλον τον γλιτώσατε αυτόν το εφιάλτη. Συνδιοίκηση με τον –κάπως ιδιόρυθμο θα έλεγε κανείς- κ. Βουρλούμη και τους συνδικαλιστές του ΟΤΕ δεν είναι και το καλύτερο team, που θα μπορούσατε να φανταστείτε.
κ. Βγενόπουλε,
Εμείς οι χρήστες των υπηρεσιών [που τον λέμε με την κωδική ονομασία (π)ΟΤΕ] πολύ θα θέλαμε να είχαμε έναν ΟΤΕ ανταγωνιστικό και αξιόπιστο, φιλικό στον χρήστη του, καινοτόμο και ανοικτό στις προκλήσεις του χώρου, αλλά ένα fund και υπό τις συνθήκες αυτές, φοβάμαι ότι θα τον έκανε ακόμη πιο μπάχαλο και θα τον εγκατέλειπε για να σας βλαστημάμε όλους μαζί. Εδώ που τα λέμε δεν μας είπατε και τι σχέδια κάνετε για τον ΟΤΕ. Ελπίζω να μη σας πειράζει που σας λέω fund, αλλά εδώ που τα λέμε λιανική τραπεζική κάνετε –συγκριτικά- πολύ λίγη, το treasury είναι το «στοιχείο» σας. Δεν συγκαταλέγομαι σαυτούς που δαιμονοποιούν τα fund, νομίζω όμως ότι ξέρω και τα όριά τους. Είναι άλλο πράγμα να σκανάρεις τον κόσμο για επενδυτικές ευκαιρίες, και άλλο να μπεις γερά και με τσαμπουκά σε μια επιχείρηση που στάθηκε η αφορμή να πέσει μια κυβέρνηση. Μπορεί εκείνη η κυβέρνηση να μην στεκόταν και τόσο καλά στα πόδια της, αλλά αυτή ήταν κυβέρνηση με οπαδούς και φίλους, εσύ αγαπητέ, αν έκανες όλη αυτή την ιστορία για να μετρήσεις του φίλους σου, … άστο καλύτερα
κ. συνάδελφε,
Όχι με την έννοια του επενδυτή, αφού «δεν τρώμε στο ίδιο τραπέζι», αλλά με την παλιότερη επαγγελματική σου ιδιότητα, μαυτή που μπορεί να σου χρειαστεί στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, αν τελικά επιλέξεις να πας, που είναι πιθανό να σε δικαιώσουν, μόνο που τότε πολλά θα έχουν αλλάξει στον ταχύτατα εξελισσόμενο χώρο των τηλεπικοινωνιών, άσε που η τροπολογία Αλογοσκούφη μπορεί να μην πέσει και τελείως, ειδικά στα σημεία που αντέγραψε την κα Μέρκελ. Δε βλέπω το νόημα να δώσεις μια μάχη που κι αν την κερδίσεις, δεν πρόκειται να βγεις ωφελημένος, οπότε η σημερινή σου τοποθέτηση είναι η πιο σωστή. Μέχρι τότε μπορεί να έχει αλλάξει και κυβέρνηση, αλλά δεν νομίζω αυτό να σε ωφελήσει, τουλάχιστον σε ότι αφορά τον ΟΤΕ…Είναι δηλαδή από τις περιπτώσεις που ακόμη και αν κερδίσεις, πάλι χαμένος είσαι σε τελική ανάλυση σε ότι σε αφορά σαν επιχειρηματία.Τέλος ένας επιχειρηματίας που τα βάζει με όλον τον κόσμο και στηρίζει την επενδυτική του προσπάθεια στο τι θα πουν τα δικαστήρια, δεν μου φαίνεται και τόσο καλή επιλογή, τουλάχιστον σε ότι με αφορά σαν επενδυτή.
Με εκτίμηση

Γιάννης Αν. Γρετσίστας
Ένας απλός επενδυτής